Δορυφορική εποπτεία για το ΓΕΕΘΑ από το «φρούριο» της Τανάγρας
Διαστημική ασπίδα ασφαλείας -αλλά και δόρυ – έβαλε στο οπλοστάσιό της η Ελλάδα με την επισημοποίηση της λειτουργίας στην αεροπορική βάση Τανάγρας του πρώτου ελληνικού δορυφορικού σταθμού εδάφους
Υπερσύγχρονες τεχνολογικά εγκαταστάσεις, λειτουργούν πλέον στην αεροπορική βάση Τανάγρας, μέσω των οποίων γίνεται η λήψη δορυφορικών εικόνων για άμεση επιχειρησιακή χρήση, ημέρα και νύχτα, από τους δύο οπτικούς δορυφόρους – που είναι σε τροχιά γύρω από τη γη -του ευρωπαϊκού προγράμματος, HELIOS-IIA και HELIOS-IIB, στο οποίο η Ελλάδα συμμετέχει ως εταίρος.
Η πλήρης ενεργοποίηση του σταθμού με τον οποίο το εθνικό αμυντικό σύστημα αποκτά νέες δυνατότητες καθώς πρόκειται για σημαντικό πολλαπλασιαστή ισχύος στην οργάνωση της άμυνας, έγινε σε ειδική τελετή στις 18 Μαρτίου, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας κου Κάρολου Παπούλια και της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής ¶μυνας.
Οι μερικές δεκάδες στρατιωτικοί και των τριών κλάδων που υπηρετούν στο σταθμό της Τανάγρας, συμμετέχουν σε μια εθνικών διαστάσεων πρόκληση που εξασφάλισε η ένταξη της χώρας μας στο πρόγραμμα αμυντικής συνεργασίας HELIOS, στο οποίο συμμετέχουν 6 ευρωπαϊκές χώρες – Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα. Η Ελλάδα μπήκε έτσι στο κλαμπ των περίπου 15 χωρών που διαθέτουν δυνατότητα παρατήρησης της γης, ως συνιδιοκτήτης του προγράμματος, καθώς μετέχει με ποσοστό 2,5%, κάτι που σε κόστος υπολογίζεται σε περίπου 120 εκ. ευρώ. Ήδη η Ελλάδα έχει εκδηλώσει το ενεργό ενδιαφέρον της για πλήρη συμμετοχή στο ”διάδοχο σχήμα” με το δορυφόρο MUSIS.
Η σημασία δορυφορικών εικόνων από τη διάταξη ”συστημάτων ισχύος” – αμυντικών, ενεργειακών, μεταφορικών, επικοινωνιακών κ.ο.κ. – στην έγκαιρη ενημέρωση σε στρατηγικό επίπεδο, είναι νομίζουμε αυτονόητη ακόμα και για τον πλέον αδαή με τα θέματα άμυνας και ασφάλειας. Και αυτό γιατί μέσω των αισθητήρων και του σταθμού λήψης, το ΓΕΕΘΑ – στο οποίο ανήκει η επιχειρησιακή αξιοποίηση του συστήματος – έχει πρόσβαση σε δορυφορικές εικόνες, οι οποίες αναλύονται από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό και αποκτά πολύτιμες πληροφορίες για την επιχειρησιακή κ.λπ. κατάσταση που επικρατεί στις όποιες χώρες ελληνικού ενδιαφέροντος επιθυμεί! Μια σειριακή αλυσίδα μάλιστα εικόνων από επιλεγμένους ”στόχους” παρατήρησης, δίνει πολύτιμα συμπεράσματα για την κίνηση και άλλα σημαντικά στοιχεία ανάπτυξης και εναλλακτικότητας στο υπόψη εχθρικό σύστημα άμυνας. Και όλα αυτά για απόκτηση της «κυριαρχίας των πληροφοριών» τόσο κατά την ειρηνική περίοδο – για αντιμετώπιση κρίσεων – όσο και κατά τη διάρκεια μιας εξελισσόμενης κρίσης, αυξανόμενης έντασης ή και στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Υπάρχουν δηλαδή έγκαιρα ακριβείς πληροφορίες αποφυγής στρατηγικού αιφνιδιασμού στο πλαίσιο τυχόν επιθετικού εγχειρήματος εναντίον της ελληνικής άμυνας (έγκαιρη προειδοποίηση), αλλά και ακριβείς πληροφορίες για κατάλληλες απαντήσεις, όποτε χρειαστεί. Παρέχει πληροφορίες για τη χαρτογράφηση του ανάγλυφου της γης, με σκοπό την υποστήριξη των οπλικών συστημάτων καθώς, για παράδειγμα, γίνεται ευκολότερα η καθοδήγηση πυραύλων, η εκπαίδευση πιλότων σε προσομοιώσεις πτήσεων πάνω από συγκεκριμένες περιοχές κ.λπ. Ακόμη μπορούν να αντληθούν πληροφορίες για την υποβοήθηση του έργου των ειρηνευτικών αποστολών που συμμετέχει η χώρα.
Παράλληλα όμως, η δορυφορική εικόνα είναι εξίσου ιδιαίτερα χρήσιμη εκτός από τις αμιγώς στρατιωτικές επιχειρήσεις και για την πρόληψη εντάσεων – κρίσεων, εντοπισμού ροών λαθρομετανάστευσης, περιορισμού της διασποράς όπλων μαζικής καταστροφής, αντιμετώπισης φυσικών ή ανθρωπιστικών καταστροφών ή καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, πρόληψη ή καταστολή πυρκαγιών, αναδασώσεων κ.λπ. Παρέχει επίσης εικόνες με σκοπό την απόκτηση γεω-χωρικών πληροφοριών και εικόνων, αλλά και πληροφορίες για χαρτογράφηση στη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, που εφαρμόζονται σε πολλές – και πέραν των στρατιωτικών – χρήσεις. Δηλαδή συμβάλλει καθοριστικά σε μια ευρεία γκάμα θεμάτων που άπτονται των ζητημάτων ασφάλειας με την ευρεία έννοια του όρου.
Η σημαντικότερη όμως ωφέλεια που έχει προκύψει από τη συμμετοχή της χώρας μας στο πρόγραμμα αμυντικής συνεργασίας, αφορά σύμφωνα με τους ειδικούς στο πολιτικό – στρατηγικό επίπεδο λήψης αποφάσεων και εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων. Και αυτό καθώς μέσω του πλεονεκτήματος που παρέχει, ενισχύεται το πολιτικό – στρατηγικό της κύρος και η διαπραγματευτική της ισχύ στο διεθνές περιβάλλον. Εξάλλου η Ελλάδα που ξεκίνησε την είσοδό της στο πρόγραμμα HELIOS-II από το 2007, αρχικά μετέφερε με ”πρωτόγονα” μέσα και σε αραιά χρονικά διαστήματα τις εικόνες του δορυφόρου αυτού στην Ελλάδα, ενώ παλαιοτέρα τις αγόραζε από διάφορες εμπορικές πηγές με καθυστέρηση έως και 6 μήνες! Τώρα, με τον επίγειο σταθμό λήψης όχι μόνο δεν θα αγοράζει δορυφορικές εικόνες- δηλαδή δεν θα εξαρτάται από διάφορες πολιτικο-διπλωματικές ρευστές καταστάσεις, αλλά θα τις λαμβάνει ασφαλώς στο ελληνικό έδαφος.
"Φρούριο" μέσα σε φρούριο!
Πριν όμως περάσουμε σε μερικά από τα χαρακτηριστικά του ”κατασκοπευτικού” μας ματιού από το διάστημα, ας δούμε – για ευνόητους λόγους όσον αφορά στους αναγνώστες μας – τα αυστηρά μέτρα ασφαλείας των εγκαταστάσεων του Δορυφορικού Σταθμού Εδάφους (ΔΣΕ) στην Τανάγρα, όπως τα περιγράφει ο αμυντικός συντάκτης κος Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος, σε εκτενές ρεπορτάζ του στο τεύχος Απριλίου του περιοδικού " ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ" που κυκλοφορεί στα περίπτερα:
"Η είσοδος στο Δορυφορικό Σταθμό Εδάφους (ΔΣΕ) Τανάγρας πραγματοποιείται – γράφει ο κος Ι. Θεοδωράτος – μέσα από την πύλη της 114 Πτέρυγας Μάχης της Πολεμικής Αεροπορίας, όπου μας περίμενε το αυτοκίνητο της ασφάλειας για να μας οδηγήσει μετά το πέρας των απαραίτητων διατυπώσεων με την ασφάλεια της αεροπορικής βάσης, στις εγκαταστάσεις του Δορυφορικού Σταθμού Εδάφους (ΔΣΕ). Η πρώτη εντύπωση που αποκομίσαμε φθάνοντας στον προορισμό μας, ήταν η αίσθηση «φρουρίου» που αποπνέει η περίφραξη. Πραγματικά ολόκληρος ο χώρος είναι περιφραγμένος με σύρματα, κάγκελα, ενώ σε τακτά διαστήματα βρίσκονται κάμερες ασφαλείας, οι οποίες καταγράφουν νυχθημερόν και την παραμικρή δραστηριότητα. Η περίφραξη είναι έτσι διαμορφωμένη, ώστε να δίνει την εντύπωση «οχυρού» τόσο για τον ευρισκόμενο εκτός, όσο και για εκείνον που εργάζεται εντός του σταθμού. Στην είσοδο του σταθμού μας περίμενε ο υπεύθυνος αξιωματικός ασφάλειας, ανθυποπλοίαρχος Νικόλαος Δούκας, ο οποίος με ευγενικό αλλά σαφή τρόπο εξήγησε το πώς πρέπει να κινηθούμε εντός του σταθμού, ενημερώνοντάς μας ότι απαγορεύεται η εσωτερική λήψη φωτογραφιών (σ.σ. εκτός από την πλακέτα με τους διατελέσαντες διοικητές) καθώς και η βιντεοσκόπηση. Εσωτερικά το κτίριο δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο. Παντού η είσοδος γίνεται με ειδικές μαγνητικές κάρτες, ενώ επικρατούν αυστηρές διατάξεις όσον αφορά στην πρόσβαση στους χώρους. Κανείς δεν μπορεί να μετακινηθεί ανεμπόδιστα, καθώς όλοι έχουν επίγνωση του πανταχού παρόντος απορρήτου. Εκτός του κτιρίου βρίσκεται η κατασκευή επί της οποίας έχει τοποθετηθεί η κεραία λήψης, που είναι προσανατολισμένη μόνιμα προς τον ουρανό. Είναι ίσως η υψηλότερη κατασκευή που υπάρχει σε αεροπορική βάση της Πολεμικής Αεροπορίας και πραγματικά ξεχωρίζει για τον όγκο και τις διαστάσεις της. Σε απόσταση από την κεραία λήψης βρίσκεται η κύρια κτιριακή εγκατάσταση, η οποία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο εξωτερικό όπου και η κυρία είσοδος και στο εσωτερικό, ένα ξεχωριστά φυλασσόμενο και διαχωρισμένο κτίριο, εντός του οποίου πραγματοποιείται η επεξεργασία και η ανάλυση των εικόνων. Η πρόσβαση στο δεύτερο αυτό ευαίσθητο χώρο, όπου είναι και η καρδιά του ΔΣΕ είναι απαγορευμένη, ενώ όπως μας εξήγησε ο αξιωματικός ασφάλειας του σταθμού, ακόμη και για τους κατόχους ειδικής κάρτας πρόσβασης ισχύουν ειδικά μέτρα. Για παράδειγμα, όποιο στέλεχος θελήσει να περάσει από την ειδικά φρουρούμενη πύλη στο «άδυτο», υποχρεούται να αφήσει το κινητό του τηλέφωνο στην ασφάλεια και μετά να εισέλθει για να εκτελέσει την εργασία του”.
Πρόκειται, όπως βλέπουμε, για πρωτοφανή μέτρα ασφαλείας, τα οποία, όπως λένε στελέχη του ΓΕΕΘΑ, πρέπει να γίνουν συνείδηση και για άλλες ειδικού ενδιαφέροντος εγκαταστάσεις – είτε στρατιωτικές είτε άλλου τύπου. Και σημειώνουν ότι πρόκειται για ”εσωτερική” μονάδα, δηλαδή για εγκαταστάσεις εντός άλλης στρατιωτικής μονάδας υψηλού βαθμού φρούρησης, η οποία μάλιστα – όπως αποκάλυψε σε προηγούμενο τεύχος το SECURITY MANAGEMENT – αποκτά το πρώτο ηλεκτρονικό σύστημα ασφαλείας της Π.Α., υψηλής τεχνολογίας και ευαισθησίας απόκρισης στις σύγχρονες απαιτήσεις.
Η λειτουργία του Δορυφορικού Σταθμού Εδάφους – που επισημοποίησε τη λειτουργία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε τελετή με τη συμμετοχή του Υπουργού Εθνικής ¶μυνας, κου Ευάγγελου Βενιζέλου, του Αναπληρωτή Υπουργού κου Πάνου Μπεγλίτη, του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ Πτέραρχου κου Ιωάννη Γιάγκου και του Αρχηγού ΓΕΑ Αντιπτέραρχου κου Βασίλειου Κλόκοζα -.εντάσσεται όπως προείπαμε, στη συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας HELIOS-II, ένα πρόγραμμα 6 ευρωπαϊκών χωρών. Ο επίγειος δορυφορικός σταθμός κατασκευάστηκε με τις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές, διαβεβαιώνουν οι αρμόδιοι επιτελείς: Στην κατάλληλη περιοχή με την ιδανική μορφολογία, έτσι ώστε να είναι εφικτή η άμεση οπτική επαφή με κάθε διερχόμενο δορυφόρο. Είναι εξοπλισμένος με συστήματα ασφαλείας της τελευταίας τεχνολογίας και αποτελείται από τρία κτήρια: το κτήριο επιχειρήσεων, στο οποίο έχει εγκατασταθεί ο απαραίτητος εξοπλισμός για τη λήψη, αποθήκευση, καταχώρηση, επεξεργασία και παραγωγή των δορυφορικών εικόνων και των προϊόντων τους και το διοικητήριο, στο οποίο επιτελείται η απαραίτητη διοικητική λειτουργία της μονάδας. Η κεραία λήψης βρίσκεται τοποθετημένη σε ανεξάρτητο κτήριο, το οποίο κατασκευάστηκε ειδικά για το σκοπό αυτό.
Ελληνική αυτοδύναμη υποστήριξη
Στην ανάπτυξη των στοιχείων του συστήματος του σταθμού όπως και στη συντήρησή του (software κ.λπ.) συνέβαλε και συμβάλλει καθημερινά – λένε οι αρμόδιοι – και ελληνική ιδιωτική εταιρεία υψηλής τεχνολογίας. Τα στελέχη της εταιρείας αυτής, που είναι στο στήσιμο του ΔΣΕ από την πρώτη στιγμή, εκπαιδεύτηκαν από τους κατασκευαστές του δορυφόρου και των συστημάτων λήψεως ( ΑSTRIUM), στην Τουλούζη της Γαλλίας πριν αναλάβουν το έργο της καθημερινής υποστήριξης του σταθμού. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι ο χρόνος που επελέγη για την επισημοποίηση της λειτουργίας του ΔΣΕ δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς ο Σταθμός ήταν έτοιμος και λειτουργούσε ήδη από τον Οκτώβριο του 2010. Έπρεπε όμως να γίνει η επίσημη έναρξη μετά την παρέλευση του προβλεπόμενου 6μηνου δοκιμαστικής λειτουργίας, εντός του οποίου ολοκληρώθηκε με επιτυχία η αξιολόγηση τόσο των εγκαταστάσεων όσο και του προσωπικού. Και εδώ η συμβολή του ελληνικού φορέα υποστήριξης ήταν κατά τους ειδικούς σημαντική.
Σήμερα το πρόγραμμα διαθέτει δύο οπτικούς δορυφόρους παρατήρησης γης, με δυνατότητα λήψης εικόνας ημέρα και νύχτα. Η μέγιστη αξιοποίηση και εκμετάλλευση των δορυφόρων γίνεται από κοινού από τις έξι χώρες, η Ελλάδα όμως, όπως αναφέρουν αρμόδιοι επιτελείς, έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τις πληροφορίες και για την αντιμετώπιση των ιδιαίτερων προβλημάτων ασφάλειας που αντιμετωπίζει. Με τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα αυτό, η Ελλάδα εντάσσεται στο "κλαμπ" των χωρών που χρησιμοποιούν τεχνολογία αιχμής, αφού αποκτά πλεονέκτημα στη διαχείριση της πληροφορίας με ταχύτητα και κυρίως χωρίς εξαρτήσεις από άλλους. Πολύ περισσότερο που τα συστήματα HELIOS και – το υπό ανάπτυξη – MUSIS, εχουν άριστη διακριβωτική ικανότητα, δυνατότητα παραγωγής τρισδιάστατων εικόνων του χώρου, δυνατότητα υπέρπτησης και συχνότητα επανεπισκεψιμότητας της περιοχής ενδιαφέροντος, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια προσωπικού και υλικού. Ταυτόχρονα επισημαίνεται μέσω του προγράμματος HELIOS-II και της συμφωνίας που υπογράφηκε πρόσφατα μεταξύ των χωρών HELIOS και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι η Ελλάδα συμβάλλει στην Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική ¶μυνας και Ασφάλειας.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνουν στελέχη του ΓΕΕΘΑ, μέσα από αυτή την αμυντική συνεργασία:
- Επαληθεύεται η πρόθεση και εκπονούνται οι διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα στα συμβαλλόμενα κράτη – μέλη να συμπεριφέρονται ως ενιαίος αμυντικός μηχανισμός. Κατά συνέπεια, εγκαινιάζεται ένα διασυμμαχικό πλαίσιο συνεργασίας των υπηρεσιών πληροφοριών, ώστε τελικά να προκύπτει ένα εξαιρετικά ισχυρό αμυντικό σύστημα, πολλαπλά ισχυρότερο από εκείνο του κάθε κράτους – μέλους χωριστά.
- Προκύπτουν αμυντικοί δεσμοί αλληλεξάρτησης μεταξύ των μελών. Εξαιρετικά σημαντικός καθίσταται έτσι και ο παράγοντας της επιχειρησιακής βιωσιμότητας των συστημάτων, καθόσον η οποιαδήποτε προσβολή τους αποτελεί εχθρική ενέργεια εναντίον του συνόλου των συμβαλλόμενων κρατών – μελών.
- Αποδεικνύει την ελληνική πολιτική βούληση στήριξης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής ¶μυνας και Ασφάλειας, τόσο με τη συμφωνία συνεργασίας των χωρών – μελών HELIOS-II με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και με την αποδοχή της EDA (Ευρωπαϊκός Οργανισμός ¶μυνας) ως πολιτικού φορέα του προγράμματος MUSIS. Πρόσφατο παράδειγμα συνιστά η υποστήριξη, με δορυφορικά προϊόντα εικόνας HELIOS, της επιχείρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Tchad -RCA. Η Ελλάδα ερωτάται, αποφασίζει και συνδράμει ως κράτος-μέλος του συστήματος HELIOS με τα δορυφορικά μέσα παρατήρησης γης, σε διασυμμαχικές επιχειρήσεις στο πλαίσιο αποφάσεων διεθνών Οργανισμών.
Το νέο πρόγραμμα
Στο πλαίσιο του προγράμματος η Ελλάδα συμμετέχει, όπως προαναφέρθηκε, στη σχεδίαση, ανάπτυξη και κατασκευή του μελλοντικού δορυφορικού συστήματος MUSIS (MUltinational Space-based Imaging System), του πιο φιλόδοξου προγράμματος παρατήρησης Γης από το διάστημα, στην Ευρώπη επόμενης γενιάς, με επιχειρησιακή λειτουργία από το 2015 έως το 2030. Το MUSIS είναι ένα προηγμένο σύστημα διαστημικής απεικόνισης με αναβαθμισμένες δυνατότητες αναγνώρισης, παρατήρησης και παρακολούθησης. Μέσω της συμμετοχής της χώρας μας, η ελληνική αμυντική βιομηχανία δύναται να αποκτήσει σημαντικά οφέλη λόγω του υψηλότατου τεχνολογικού επιπέδου μέσω της «βιομηχανικής επιστροφής» στο ποσοστό της οικονομικής συμμετοχής μας. Αυτό θα δώσει, λένε στρατιωτικές πηγές, την ευκαιρία στην εγχώρια βιομηχανία για απόκτηση τεχνογνωσίας σε διαστημικές εφαρμογές και με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα είναι πιθανό μελλοντικά να αναπτύξει διαστημική τεχνολογία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε εθνικό όφελος.
Σε ό,τι αφορά στο MUSIS, οι επιχειρησιακές του δυνατότητες υπερέχουν στα τεχνικά χαρακτηριστικά έναντι των αντίστοιχων του HELIOS-II, αλλά επιπλέον, λένε οι αρμόδιοι επιτελείς, το σύστημα θα διαθέτει και τμήματα radar. Ο συνδυασμός των χαρακτηριστικών των διαφορετικών αισθητήρων (οπτικού, υπέρυθρου, θερμικού και radar) μεγιστοποιεί τις δυνατότητες παρατήρησης γης, παρέχοντας εικόνες λίαν υψηλής ευκρίνειας, ανεξαρτήτως των επικρατουσών καιρικών συνθηκών. Την παρούσα περίοδο:
- Ήδη ολοκληρώθηκαν οι μελέτες καθορισμού της αρχιτεκτονικής δομής και του επίγειου σταθμού του συστήματος. Με την υπογραφή πρόσφατα από τον υπουργό ¶μυνας του Letter of Intent, η Ελλάδα δεσμεύτηκε για τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα MUSIS.
- Η Ελλάδα συμμετέχει στις διαδικασίες καθορισμού του οπτικού δορυφορικού τμήματος του συστήματος, το οποίο θα αναπτυχθεί από τη γαλλική πλευρά. Η εκτόξευση του πρώτου δορυφόρου αναμένεται το 2015.
Ανάλυση μικρότερη του μέτρου
Σήμερα χρησιμοποιούν οπτικό αισθητήρα υψηλής ανάλυσης με δυνατότητα ανάλυσης μικρότερης του ενός μέτρου. Το σύστημα Helios II διαθέτει επίσης δίαυλο υπέρυθρης (IR) παρατήρησης, μέσω του οποίου μπορεί να συλλέγει εικόνες και τη νύκτα. Οι πληροφορίες- ψηφιακές εγγραφές – μεταβιβάζονται στη συνέχεια κρυπτογραφημένες στο κέντρο συλλογής και επεξεργασίας που βρίσκεται στην Τουλούζη (Γαλλία). Μετά οι πληροφορίες αποστέλλονται ανάλογα με το αίτημα της κάθε χώρας -μέλους, σε έναν από τους 6 εθνικούς Δορυφορικούς Σταθμούς Εδάφους που είναι στο Κρέιλ (Γαλλία), στην Τορεχόν (Ισπανία), στο Γκέλσντορφ (Γερμανία), στην Πατσέτα ντι Μάρε (Ιταλία), στις Βρυξέλλες (Βέλγιο) και στην Τανάγρα (Ελλάδα).
Ποια είναι όμως η διαδικασία αιτήματος, απόκτησης και ανάλυσης μιας ”εικόνας”- ψηφιακής εγγραφής; Ο κος Ι. Θεοδωράτος εξηγεί στο άρθρο του: ”Αρχικά υποβάλλεται σχετικό αίτημα στο οποίο περιγράφεται με γεωγραφικές συντεταγμένες η ζητούμενη περιοχή προς επισκόπηση. Τα στοιχεία του αιτήματος παραμένουν απόρρητα για τους άλλους χρήστες και μόνον το κέντρο καθοδήγησης του συστήματος Helios έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει λεπτομέρειες. Όλη η επικοινωνία διεκπεραιώνεται μέσω ενός εσωτερικού συστήματος (intranet) που χρησιμοποιεί ειδικό για το σκοπό αυτό λογισμικό(…). Επειδή υπάρχει η περίπτωση εμφάνισης του φαινομένου «σύγκρουσης αιτημάτων» οι χώρες – μέλη και κυρίως οι χειριστές των αιτημάτων επικοινωνούν μεταξύ τους, φροντίζοντας για έναν αθόρυβο «φιλικό διακανονισμό»(…). Ο χρόνος υλοποίησης ενός αιτήματος εκτιμάται μεταξύ 24-48 ωρών. Μόλις εγκριθεί το αίτημα, ο δορυφόρος στρέφει το οπτικό όργανο προς την περιοχή και αρχίζει η εγγραφή εικόνας. Αυτό που στη συνέχεια θα φθάσει στο ΔΣΕ θα είναι με τη μορφή κωδικοποιημένου σήματος και ουσιαστικά θα έχει ψηφιακή μορφή, εντελώς δυσανάγνωστη(…). Το ειδικό λογισμικό που έχει ολοκληρωθεί στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, θα ξεκινήσει τη σταδιακή μετατροπή του σήματος που θα καταλήξει στην αναγνωρίσιμη ασπρόμαυρη φωτογραφική εικόνα. Σε αυτό το σημείο εισερχόμαστε στους ανθρώπους – κλειδιά της αποκωδικοποίησης δορυφορικών εικόνων, που είναι οι ειδικοί αναλυτές(…). Η όλη εργασία της ανάλυσης δεν είναι υπόθεση ενός μόνον ανδρός. Υπό την εποπτεία του task manager οι αναλυτές συνεργάζονται έτσι ώστε το τελικό προϊόν να φθάσει όσο το δυνατόν πιο ακριβές στον τελικό χρήστη, μέσω του προβλεπόμενου ποιοτικού ελέγχου. Όταν ολοκληρωθεί η εργασία, το αποτέλεσμα (φωτογραφία) αποστέλλεται ηλεκτρονικά μέσω ενός ευφυούς συστήματος ασφαλούς ηλεκτρονικής αλληλογραφίας που έχει αναπτυχθεί από τη ΔΕΠΛΗ/ΓΕΕΘΑ”.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο πρώτος πυρήνας Ελλήνων αναλυτών δορυφορικών εικόνων συγκροτήθηκε το 1996, οι οποίοι εστάλησαν να εκπαιδευτούν στην αεροπορική Βάση Τορεχόν της Ισπανίας, όπου εδρεύει το Δορυφορικό Κέντρο της Ε.Ε. (European Union Satellite Center – EUSC). Πριν από την ίδρυση του ΔΣΕ υπήρχε το Εθνικό Κέντρο Διαστημικών Εφαρμογών (ΕΚΔΕ), το οποίο υπαγόταν στον Α΄ Κλάδο της Πολεμικής Αεροπορίας. Το 2006 πέρασε στην ευθύνη του ΓΕΕΘΑ και συγκεκριμένα στη Διεύθυνση Διακλαδικών Πληροφοριών. Από τον περασμένο Μάρτιο ο ΔΣΕ, που αντικατέστησε το ΕΚΔΕ, υπάγεται στον Ε΄ Κλάδο, όπως προβλέπει η νέα δομή του ΓΕΕΘΑ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΑΚΑΣ